Ακολουθεί μία λίστα συστατικών του εγκαταστάτη με λεπτομερή περιγραφή του σκοπού του καθενός. Στο ÔìÞìá 6.3, “Χρήση επιμέρους συστατικών” θα βρείτε λεπτομέρειες , που πιθανόν να είναι αναγκαίο να γνωρίζετε, σχετικά με την χρήση κάποιου συγκεκριμένου συστατικού.
Κατά την λειτουργία του εγκαταστάτη εμφανίζεται στο χρήστη μία λίστα συστατικών, και κάθε συστατικό τίθεται σε λειτουργία από την στιγμή που θα το επιλέξετε. Οι ερωτήσεις του Βασικού μενού τίθενται σε μεσαία προτεραιότητα, οπότε αν η δικιά σας προτεραιότητα είναι υψηλή ή κρίσιμη (η προεπιλεγμένη είναι η υψηλή), δεν θα εμφανιστεί το μενού. Από την άλλη, εάν εμφανιστεί κάποιο σφάλμα το οποίο χρειάζεται την παρέμβασή σας, η προτεραιότητα των ερωτήσεων μπορεί να χαμηλώσει προσωρινά έτσι ώστε να σας επιτραπεί να λύσετε το πρόβλημα, οπότε σ' αυτή την περίπτωση το μενού εμφανίζεται.
Μπορείτε να βρεθείτε στο κυρίως μενού επιλογών πιέζοντας το πλήκτρο “Back” επανειλημμένα μέχρι να βγείτε τελείως από το συστατικό που εκείνη τη στιγμή τρέχετε.
Παρουσιάζει μία λίστα γλωσσών και γλωσσικών παραλλαγών. Ο εγκαταστάτης θα εμφανίσει τα μηνύματα στην γλώσσα που επιλέξατε, εκτός αν η μετάφραση για αυτήν την γλώσσα δεν είναι πλήρης. Όταν μια μετάφραση δεν είναι πλήρης, εμφανίζονται Aγγλικά μηνύματα.
Παρουσιάζει μία λίστα χωρών. Ο χρήστης μπορεί να επιλέξει τη χώρα που ζει.
Παρουσιάζει μία λίστα πληκτρολογίων, από τον οποίο ο χρήστης επιλέγει το μοντέλο που ταιριάζει με το δικό του.
Ανιχνεύει αυτόματα το μεγαλύτερο μέρος του υλικού του συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των καρτών δικτύων, οδηγών δίσκων, και καρτών PCMCIA.
Ψάχνει και προσαρτά ένα CD εγκατάστασης του Debian.
Διαμορφώνει τις συνδέσεις δικτύου του υπολογιστή έτσι ώστε αυτός να μπορεί να επικοινωνεί μέσω του διαδικτύου.
Ψάχνει για συστήματα αρχείων ISO, τα οποία μπορεί να βρίσκονται σ’ένα CD-ROM ή στο σκληρό δίσκο.
Παρουσιάζει μία λίστα με καθρέφτες της αρχειοθήκης του Debian. Ο χρήστης μπορεί να επιλέξει την πηγή των προς εγκατάσταση πακέτων του.
Ελέγχει την ακεραιότητα του CD-ROM. Μ’αυτό τον τρόπο ο/η χρήστης μπορεί να βεβαιώσει τον/την εαυτό του/της ότι το CD-ROM εγκατάστασης δεν είναι αλλοιωμένο.
Το lowmem προσπαθεί να ανιχνεύσει συστήματα με χαμηλή μνήμη και έπειτα επιχειρεί με διάφορα τεχνάσματα να αφαιρέσει από την μνήμη τα περιττά μέρη του debian-installer
(σε βάρος κάποιων χαρακτηριστικών του εγκαταστάτη).
Το Anna (Anna's Not Nearly APT). Εγκαθιστά πακέτα που έχουν ανακτηθεί από τον επιλεγμένο κατάλογο των ειδώλων αρχείων ή από ένα CD.
Επιτρέπει στο χρήστη να διαμερίσει τους δίσκους που είναι συνδεδεμένοι στο σύστημα, να δημιουργήσει συστήματα αρχείων σε κατατμήσεις που έχει επιλέξει, και να τα συνδέσει με τα σημεία προσάρτησης. Περιλαμβάνονται επίσης ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά όπως μια κατάσταση πλήρως αυτόματης διαμέρισης ή υποστήριξη Λογικών Τόμων (LVM). Αυτό είναι το εργαλείο διαμέρισης που προτιμάται από το Debian.
Αυτόματη διαμέριση ενός ολόκληρου δίσκου σύμφωνα με τις προτιμήσεις που έχει προκαθορίσει ο χρήστης.
Επιτρέπει στο χρήστη να διαμερίσει δίσκους που είναι συνδεδεμένοι στο σύστημα. Επιλέγεται το κατάλληλο προς την αρχιτεκτονική του υπολογιστή σας πρόγραμμα δημιουργίας κατατμήσεων.
Παρουσιάζει μία λίστα κατατμήσεων και στις επιλεγμένες κατατμήσεις δημιουργεί συστήματα αρχείων σύμφωνα με τις οδηγίες του χρήστη.
Βοηθά το χρήστη για τη διαμόρφωση του LVM (Logical Volume Manager - Διαχειριστή Λογικών Τόμων).
Επιτρέπει στο χρήστη την ρύθμιση RAID (Redundant Array of Inexpensive Disks) σε λογισμικό. Το RAID σε λογισμικό (Software RAID) είναι συνήθως καλύτερο από τους φτηνούς IDE ελεγκτές RAID ("ψευδο" RAID υλικού, pseudo hardware RAID) που βρίσκονται στις νεώτερες μητρικές κάρτες.
Εγκαθιστά το πιό βασικό σύνολο πακέτων, γεγονός που θα επιτρέψει στον υπολογιστή να λειτουργήσει σε περιβάλλον Linux μετά από την επανεκκίνησή του.
Ανιχνεύει λειτουργικά συστήματα εγκατεστημένα στον υπολογιστή σας την στιγμή της εγκατάστασης και περνά αυτές τις πληροφορίες στον εγκαταστάτη του φορτωτή εκκίνησης, πράγμα που σας δίνει την δυνατότητα να προσθέσετε στον κατάλογο επιλογών του φορτωτή εκκίνησης, ο οποίος εμφανίζεται κατά την έναρξη του, τα ανιχνευμένα λειτουργικά συστήματα . Μ’αυτό τον τρόπο ο χρήστης μπορεί εύκολα να επιλέξει ποιο λειτουργικό σύστημα θα ξεκινήσει την στιγμή της εκκίνησης του υπολογιστή.
Εγκαθιστά ένα πρόγραμμα φορτωτή εκκίνησης στο σκληρό δίσκο, πράγμα που είναι απαραίτητο για να ξεκινήσει ο υπολογιστής τη χρήση Linux χωρίς να χρειάζεται δισκέτα ή CD-ROM. Πολλοί φορτωτές εκκίνησης επιτρέπουν στο χρήστη να επιλέγει διαφορετικό λειτουργικό σύστημα κάθε φορά που ξεκινά ο υπολογιστής.
Παρέχει διαλόγους για την εγκατάσταση των πακέτων του βασικού συστήματος σύμφωνα με τις προτιμήσεις του χρήστη. Αυτό συμβαίνει συνήθως μετά από την εκκίνηση του υπολογιστή και είναι αυτό που ονομάζεται ως “πρώτο τρέξιμο” στο νέο σας σύστημα Debian.
Επιτρέπει στο χρήστη να εκτελέσει ένα κέλυφος από τον κατάλογο επιλογών, ή να μεταβεί στη δεύτερη κονσόλα.
Όταν υπάρξει κάποιο πρόβλημα, δίνεται στο χρήστη ένας τρόπος καταγραφής πληροφοριών σε δισκέτα , με σκοπό αργότερα να εκτεθούν λεπτομερώς στους προγραμματιστές του Debian τα προβλήματα σχετικά με το λογισμικό του εγκαταστάτη.