Σ' αυτή την ενότητα θα περιγράψουμε λεπτομερώς κάθε συστατικό του εγκαταστάτη. Τα συστατικά έχουν ομαδοποιηθεί σε στάδια που πρέπει να είναι αναγνωρίσιμα για τους χρήστες. Παρουσιάζονται με τη σειρά που εμφανίζονται στη διάρκεια της εγκατάστασης. Σημειώστε ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν σε κάθε εγκατάσταση όλα τα αρθρώματα. Το ποια αρθρώματα θα χρησιμοποιούνται εξαρτάται από τη μέθοδο εγκατάστασης που χρησιμοποιείτε και από το υλικό σας.
Ας υποθέσουμε ότι ο εγκαταστάτης του Debian έχει ξεκινήσει και είστε μπροστά στην πρώτη οθόνη του. Σ’αυτό το στάδιο, οι δυνατότητες του debian-installer
είναι ακόμα αρκετά περιορισμένες. Δεν γνωρίζει πολλά για το υλικό του υπολογιστή σας, την γλώσσα που προτιμάτε, ούτε ακόμα και την επόμενη εργασία που πρόκειται να εκτελέσει. Μην ανησυχείτε. Επειδή ο debian-installer
είναι αρκετά ευφυής, μπορεί να ανιχνεύσει αυτόματα το υλικό του υπολογιστή σας, να εντοπίσει τα υπόλοιπα συστατικά του και να αναβαθμιστεί ο ίδιος από μόνος του σ' ένα αποτελεσματικό σύστημα εγκατάστασης. Παρόλα αυτά, θα πρέπει ακόμα να βοηθήσετε κι άλλο τον debian-installer
με μερικές πληροφορίες που δεν μπορεί να προσδιορίσει αυτόματα (όπως την επιλογή της γλώσσας που προτιμάτε, την διάταξη του πληκτρολογίου ή το επιθυμητό δίκτυο καθρέφτη της αρχειοθήκης).
Θα παρατηρήσετε ότι ο debian-installer
εκτελεί αρκετές φορές στη διάρκεια αυτού του σταδίου τον έλεγχο για υλικό. Την πρώτη φορά συγκεκριμένα στοχεύει στην ανίχνευση εκείνου του υλικού που απαιτείται για να φορτώσει τα συστατικά του (π.χ. την μονάδα CD-ROM ή την κάρτα δικτύου). Επειδή δεν είναι δυνατό να είναι διαθέσιμοι όλοι οι οδηγοί συσκευών στην διάρκεια αυτού του πρώτου τρεξίματος του εγκαταστάτη, η ανίχνευση του υλικού είναι αναγκαίο να επαναληφθεί αργότερα στη διάρκεια της εγκατάστασης.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που εκτελεί ο debian-installer
είναι ο έλεγχος της διαθέσιμης μνήμης. Εάν η διαθέσιμη μνήμη είναι περιορισμένη, αυτό το συστατικό θα κάνει μερικές αλλαγές στη διαδικασία εγκατάστασης, ενέργεια η οποία ελπίζουμε ότι θα σας επιτρέψει να εγκαταστήσετε το Debian GNU/Linux στο σύστημά σας.
Κατά την εγκατάσταση σε συνθήκες μειωμένης μνήμης, δεν θα είναι διαθέσιμα όλα τα συστατικά. Ένας από τους περιορισμούς είναι ότι δεν θα είστε σε θέση να επιλέξετε γλώσσα εγκατάστασης.
Ως πρώτο βήμα της εγκατάστασης, επιλέξτε τη γλώσσα με την οποία θέλετε να προχωρήσει η διαδικασία της εγκατάστασης. Τα ονόματα των γλωσσών παρατίθενται και στα αγγλικά (αριστερή πλευρά) και στην ίδια τη γλώσσα (δεξιά πλευρά).Τα ονόματα στη δεξιά πλευρά εμφανίζονται επίσης στην αντίστοιχη γραφή για αυτή τη γλώσσα. Η λίστα ταξινομείται ως προς τα αγγλικά ονόματα των γλωσσών.
Η γλώσσα που επιλέγετε θα χρησιμοποιηθεί για το υπόλοιπο της διαδικασίας εγκατάστασης, με τον όρο ότι υπάρχει διαθέσιμη η μετάφραση των διαφόρων διαλόγων σ’αυτή τη γλώσσα. Εάν δεν υπάρχει διαθέσιμη καμμία έγκυρη μετάφραση στην γλώσσα που επιλέξατε, ο εγκαταστάτης θα χρησιμοποιήσει τα Αγγλικά που είναι η προεπιλεγμένη γλώσσα. Η γλώσσα που θα επιλέξετε θα σας βοηθήσει επίσης για την επιλογή της κατάλληλης διάταξης πληκτρολογίου.
Εάν επιλέξατε μια γλώσσα στο ÔìÞìá 6.3.1.2, “Επιλογή γλώσσας” η όποια έχει σχέση με περισσότερες από μια χώρες (ισχύει για τα Κινεζικά, τα Αγγλικά, τα Γαλλικά, και πολλές άλλες γλώσσες), τώρα μπορείτε να ορίσετε τη χώρα. Εάν επιλέξετε στο κατώτατο σημείο της λίστας, θα σας παρουσιαστεί ένας κατάλογος όλων των χωρών ομαδοποιημένων ανά ήπειρο.
Αυτή η επιλογή θα χρησιμοποιηθεί αργότερα στη διαδικασία εγκατάστασης για την επιλογή της προκαθορισμένης ζώνης ώρας και προκαθορισμένου καθρέφτη της αρχειοθήκης του Debian σύμφωνα με τη γεωγραφική σας θέση. Εάν οι προκαθορισμένες επιλογές που προτείνονται από τον εγκαταστάτη δεν είναι κατάλληλες, μπορείτε να κάνετε μια διαφορετική επιλογή. Η επιλεγμένη χώρα, μαζί με την επιλεγμένη γλώσσα, μπορεί επίσης να επηρρεάσει το σύνολο τοπικών ρυθμίσεων του νέου σας συστήματος Debian.
Συχνά τα πληκτρολόγια προσαρμόζονται στους χαρακτήρες που χρησιμοποιούνται σε μια γλώσσα. Επιλέξτε μια διάταξη που ταιριάζει στο πληκτρολόγιο που χρησιμοποιείτε ή εάν η διάταξη πληκτρολογίου που θέλετε δεν υπάρχει σ' αυτόν τον κατάλογο, επιλέξετε μια παραπλήσια. Μόλις τελειώσει η εγκατάσταση του συστήματος , θα είστε σε θέση να επιλέξετε μια άλλη από ένα μεγαλύτερο εύρος επιλογών (μετά το τέλος της εγκατάστασης τρέξτε ως root kbdconfig).
Μετακινήστε το υπερφωτισμένο (highlight) προς την επιλογή πληκτρολογίου που επιθυμείτε και πιέσετε Enter. Χρησιμοποιήστε τα βέλη για να κινήσετε το υπερφωτισμένο (highlight) — αυτά βρίσκονται στην ίδια θέση σε όλες τις διατάξεις πληκτρολογίου εθνικής γλώσσας, οπότε είναι ανεξάρτητα από τη διάταξη πληκτρολογίου. Ένα 'εκτεταμένο' πληκτρολόγιο είναι ένα με τα πλήκτρα F1 έως F10 κατά μήκος της πάνω γραμμής του πληκτρολογίου.
Υπάρχουν δυο διατάξεις πληκτρολογίου για τα πληκτρολόγια ΗΠΑ. H διάταξη qwerty/mac-usb-us (Apple USB) θα τοποθετήσει τη λειτουργιά Alt στο πλήκτρο Command/Apple (σε μια θέση αμέσως μετά το πλήκτρο διάστημα που συμπίπτει με την θέση του Alt στα πληκτρολόγια PC), ενώ η (Επίσημη) διάταξη qwerty/us θα τοποθετήσει τη λειτουργιά Alt στο πλήκτρο Option (στα περισσότερα πληκτρολόγια της MAC χαραγμένο ως 'alt'). Κατά τα άλλα οι δύο διατάξεις είναι ίδιες.
Κατά την εγκατάσταση με την μέθοδο hd-media , θα έρθει μια στιγμή που θα πρέπει να βρείτε και να προσαρτήσετε το εικόνα τύπου iso του Εγκαταστάτη του Debian προκειμένου να ανακτηθεί το υπόλοιπο των αρχείων εγκατάστασης. Το συστατικό iso-scan κάνει ακριβώς αυτή τη δουλειά.
Πρώτα, η εντολή iso-scan προσαρτά αυτόματα όλες τις συσκευές μπλοκ (π.χ. κατατμήσεις) που περιέχουν κάποιο γνωστό σύστημα αρχείων και αμέσως μετά ψάχνει για ονόματα αρχείων που τελειώνουν σε .iso
( ή για τον ίδιο λόγο για ονόματα αρχείων που τελειώνουν σε . ISO
). Πρέπει να τονιστεί ότι κατά την πρώτη προσπάθεια ψάχνει για αρχεία μονό στον ριζικό (/) κατάλογο και στο πρώτο επίπεδο υποκαταλόγων( δηλ. βρίσκει στον κατάλογο /
, στον κατάλογο οποιοδήποτε όνομα
.iso/data/
, αλλά όχι και στον κατάλογο οποιδήποτε όνομα
.iso/data/tmp/
). Μετά την εύρεση μιας εικόνας iso, η iso-scan ελέγχει το περιεχόμενό της για να προσδιορίσει άν είναι έγκυρη ή όχι. Στην πρώτη περίπτωση είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε στην εγκατάσταση, στην δεύτερη ψάχνει για άλλη εικόνα. οποιδήποτε όνομα
.iso
Σε περίπτωση που αποτύχει η προηγούμενη προσπάθεια αναζήτησης εικόνας ISO του εγκαταστάτη, η εντολή iso-scan θα σας ρωτήσει εάν επιθυμείτε να εκτελέσετε μια πιο λεπτομερή αναζήτηση. Αυτό η αναζήτηση όχι μόνο εξετάζει τους κορυφαίους καταλόγους, αλλά διατρέχει ολόκληρο το σύστημα αρχείων.
Εάν η εντολή iso-scan δεν ανακαλύψει μια εικόνα iso του εγκαταστάτη σας, επανεκκινήστε το αρχικό λειτουργικό σας σύστημα και ελέγξτε αν η εικόνα έχει το σωστό όνομα (δηλ. αν τελειώνει σε .iso
), αν έχει τοποθετηθεί σε σύστημα αρχείων που είναι αναγνωρίσιμο από τον debian-installer
, και αν δεν είναι κατεστραμμένο (επαληθεύστε την υπογραφή του). Οι πεπειραμένοι χρήστες Unix μπορούν να κάνουν αυτούς τους ελέγχους στη δεύτερη κονσόλα χωρίς την παραπάνω επανεκκίνηση.
Καθώς περνάτε σ' αυτό το βήμα, αν το σύστημα ανιχνεύσει ότι έχετε πάνω από μια συσκευές δικτύου, θα σας ζητηθεί να διαλέξετε ποια συσκευή θα είναι η κύρια της δικτυακής σας διασύνδεσης, δηλαδή αυτή που επιθυμείτε να χρησιμοποιήσετε για την εγκατάσταση. Οι άλλες διασυνδέσεις δεν θα ρυθμιστούν για την ώρα. Μπορείτε να ρυθμίσετε πρόσθετες διασυνδέσεις μετά την ολοκλήρωση της εγκατάστασης. Δείτε την σελίδα οδηγιών interfaces(5).
Εξ ορισμού, ο debian-installer
προσπαθεί να ρυθμίσει το δίκτυο του υπολογιστή σας αυτόματα μέσω του DHCP. Εάν ο έλεγχος DHCP πετύχει, είστε έτοιμοι. Εάν ο έλεγχος αποτύχει, αυτό μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες ξεκινώντας από αποσυνδεμένα καλώδια δικτύου, μέχρι μια λανθασμένα ρυθμισμένη εγκατάσταση DHCP. Ή ίσως δεν έχετε κανένα server DHCP στο τοπικό σας δίκτυο. Για περαιτέρω εξηγήσεις ελέγξτε τα μηνύματα λάθους στη τρίτη κονσόλα. Εν πάση περιπτώσει, θα ερωτηθείτε εάν θέλετε να ξαναδοκιμάσετε, ή εάν θέλετε να εκτελέσετε χειρωνακτική DHCP ρύθμιση. Οι server DHCP είναι μερικές φορές πολύ αργοί στις αποκρίσεις τους, οπότε εάν είστε βέβαιοι ότι όλα είναι εντάξει, προσπαθήστε πάλι.
Στη συνέχεια η χειρωνακτική εγκατάσταση του δικτύου σας υποβάλλει διάφορες ερωτήσεις για το δίκτυό σας, ειδικότερα για την διεύθυνση IP (IP address)
, την Μάσκα δικτύου (Netmask)
, την Πύλη δικτύου (Gateway)
, τις Διευθύνσεις server ονοματοδοσίας (Name server addresses)
, και ένα Όνομα υπολογιστή (hostname)
. Επιπλέον, εάν έχετε μια ασύρματη διασύνδεση δικτύου, θα σας ζητηθεί το Ασύρματο ESSID
και ένα κλειδί WEP
. Συμπληρώστε τις απαντήσεις από το ÔìÞìá 3.3, “Πληροφορίες που θα χρειαστείτε”.
Μερικές τεχνικές λεπτομέρειες που μπορεί, ή μπορεί και όχι, να φανούν χρήσιμες: το πρόγραμμα υποθέτει ότι η διεύθυνση IP του δικτύου είναι το bitwise-AND της διεύθυνσης IP του συστήματος σας και της μάσκας του δικτύου σας. Θα υποθέσει ότι η διεύθυνση εκπομπής είναι η bitwise OR της διεύθυνσης IP του συστήματος σας με την bitwise negation της μάσκας δικτύου. Θα προσπαθήσει επίσης να βρει την πύλη του δικτύου σας. Εάν δεν μπορείτε να βρείτε κάποια από αυτές τις απαντήσεις, χρησιμοποιήστε αυτά που βρήκε το σύστημα εγκατάστασης — εάν είναι αναγκαίο,μπορείτε να τα αλλάξετε από την στιγμή που έχει εγκατασταθεί το σύστημα σας, επεξεργαζόμενοι το /etc/network/interfaces
. Εναλλακτικά, μπορείτε να εγκαταστήσετε το etherconf
, το οποίο θα σας οδηγήσει βήμα-βήμα στην ρύθμιση του δικτύου σας.
Τώρα πια και αφού έχει γίνει η ανίχνευση υλικού για μια τελευταία φορά, o debian-installer
πρέπει να είναι πανέτοιμος, προσαρμοσμένος στις ανάγκες του χρήστη και έτοιμος για σοβαρή δουλειά. Όπως δείχνει και ο τίτλος αυτής της ενότητας, το κύριο καθήκον κάποιων από τα επόμενα συστατικά είναι η διαμέριση των δίσκων, η δημιουργία συστημάτων αρχείων, ο ορισμός σημείων προσάρτησης και προαιρετικά η ρύθμιση θεμάτων που σχετίζονται πολύ μεταξύ τους όπως οι συσκευές LVM ή RAID.
Τώρα ήρθε η ώρα για την διαμέριση των δίσκων σας. Αν νιώθετε άβολα με τη διαδικασία της διαμέρισης ή άπλα επιθυμείτε να μάθετε περισσότερα για αυτό το ζήτημα, δείτε το ÐáñÜñôçìá B, Δημιουργία κατατμήσεων για το Debian.
Πρώτα θα σας δοθεί η ευκαιρία να διαμερίσετε αυτόματα είτε ολόκληρο τον οδηγό δίσκου, είτε κάποιον ελεύθερο χώρο του. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται και “καθοδηγούμενη” διαμέριση. Εάν δεν επιθυμείτε την αυτόματη διαμέριση των δίσκων σας, επιλέξτε από το μενού .
Εάν επιλέξετε την καθοδηγούμενη διαμέριση, θα είστε σε θέση να επιλέξετε ανάμεσα σε σχήματα διαμέρισης τα οποία απαριθμούνται στον παρακάτω πίνακα. Όλα αυτά τα σχήματα έχουν τα θετικά και τα αρνητικά τους, κάποια από τα οποία συζητούνται στο ÐáñÜñôçìá B, Δημιουργία κατατμήσεων για το Debian. Εάν δεν ξέρετε ποιο να επιλέξετε, επιλέξτε το πρώτο. Λάβετε υπόψη, ότι για να λειτουργήσει η καθοδηγούμενη διαμέριση χρειάζεται μια ορισμένη ελάχιστη ποσότητα ελεύθερου χώρου. Εάν δεν δώσετε χώρο τουλάχιστον 1 GB (εξαρτάται από το επιλεγμένο σχήμα), η διαμέριση αυτή θα αποτύχει.
Σχήμα Διαμέρισης | Ελάχιστος χώρος | Δημιουργημένα κατατμήσεις |
---|---|---|
Όλα τα αρχεία σε μια κατάτμηση | 600MB |
/ , swap |
Σταθμός εργασίας (Desktop) | 500MB |
/ , /home , swap |
Πολυχρηστικός σταθμός εργασίας | 1GB |
/ , /home , /usr , /var , /tmp , swap |
Μετά την επιλογή σχήματος, η επόμενη οθόνη θα σας δείξει το νέο πίνακα διαμέρισης, που περιέχει και πληροφορίες για το εάν και με ποιο τρόπο θα διαμορφωθούν και που θα προσαρτηθούν οι διάφορες κατατμήσεις.
Η λίστα των κατατμήσεων μπορεί να μοιάζει κάπως έτσι:
IDE1 master (hda) - 6.4 GB WDC AC36400L #1 primary 16.4 MB ext2 /boot #2 primary 551.0 MB swap swap #3 primary 5.8 GB ntfs pri/log 8.2 MB FREE SPACE IDE1 slave (hdb) - 80.0 GB ST380021A #1 primary 15.9 MB ext3 #2 primary 996.0 MB fat16 #3 primary 3.9 GB xfs /home #5 logical 6.0 GB ext3 / #6 logical 1.0 GB ext3 /var #7 logical 498.8 GB ext3 #8 logical 551.5 GB swap swap #9 logical 65.8 GB ext2
Αυτό το παράδειγμα δείχνει δυο IDE σκληρούς δίσκους που είναι χωρισμένοι σε μερικές κατατμήσεις. Ο πρώτος δίσκος έχει κάποιο ελεύθερο χώρο. Κάθε γραμμή που αναφέρεται σε μια κατάτμηση περιλαμβάνει τον αριθμό της κατάτμησης, τον τύπο και το μέγεθός της, προαιρετικές επιλογές, το σύστημα αρχείων, και το σημείο προσάρτησης (εάν υπάρχει).
Εδώ ολοκληρώνεται η καθοδηγούμενη διαμέριση. Εάν είστε ικανοποιημένοι με τον δημιουργημένο πίνακα διαμέρισης, τότε για να υλοποιηθεί ο νέος πίνακας διαμέρισης (όπως περιγράφεται στο τέλος αυτής της ενότητας), μπορείτε να επιλέξετε από το μενού την επιλογή
. Εάν δεν είστε ικανοποιημένοι, μπορείτε να επιλέξετε , να τρέξετε ξανά την καθοδηγούμενη διαμέριση ή να τροποποιήστε τις προτεινόμενες αλλαγές όπως περιγράφεται παρακάτω σχετικά με την χειροκίνητη διαμέριση.Εάν επιλέξετε χειροκίνητη διαμέριση, θα εμφανιστεί μια παρόμοια οθόνη με την προηγούμενη, εκτός από το ότι θα εμφανιστεί ο υπάρχων πίνακας διαμέρισης χωρίς τα σημεία προσάρτησης. Το υπόλοιπο αυτής της ενότητας θα ασχοληθεί με το πώς θα δημιουργήσετε χειροκίνητα τον πίνακα διαμέρισης και τη χρήση των κατατμήσεων από το νέο σας σύστημα Debian.
Εάν επιλέξετε έναν δίσκο που δεν έχει ούτε τμήματα ούτε ελεύθερο χώρο , θα σας προταθεί να δημιουργήσετε έναν νέο πίνακα διαμέρισης (αυτό είναι απαραίτητο για να μπορέσετε να δημιουργήσετε καινούριες κατατμήσεις). Μετά απ’αυτό θα εμφανιστεί κάτω από τον επιλεγμένο δίσκο μια νέα γραμμή με τον τίτλο “ΕΛΕΎΘΕΡΟΣ ΧΏΡΟΣ”.
Εάν επιλέξετε κάποιο ελεύθερο χώρο, θα σας προταθεί να δημιουργήσετε νέο τμήμα. Θα πρέπει να απαντήσετε σε μια γρήγορη σειρά ερωτήσεων σχετικά με το μέγεθος του, τον τύπο του ( πρωτεύον ή λογικό), και την θέση του ( στην αρχή ή στο τέλος του ελεύθερου χώρου). Μετά από αυτό, θα σας παρουσιαστεί μια λεπτομερής περίληψη του νέου σας τμήματος. Υπάρχουν επιλογές όπως σημείο προσάρτησης, παράμετροι προσάρτησης, σήμανση εκκίνησης ή τρόπος χρήσης. Εάν δεν θέλετε τις εξ ορισμού επιλογές, είστε ελεύθεροι να τις αλλάξετε όπως εσείς θέλετε. Π.χ. διαλέγοντας την επιλογή προγράμματος κατάτμησης.
, μπορείτε να επιλέξετε διαφορετικό σύστημα αρχείων γι’αυτό το τμήμα συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας να χρησιμοποιήσετε το τμήμα ως swap, ως λογισμικό RAID, LVM, ή ακόμα και να μην το χρησιμοποιήσετε καθόλου. Ένα άλλο καλό χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η δυνατότητα της αντιγραφής δεδομένων από ένα υπάρχον τμήμα σε άλλο. Όταν θα είστε ικανοποιημένοι με το νέο τμήμα σας, επιλέξτε και θα επιστρέψετε πίσω στο κυρία οθόνη τουΕάν αποφασίσετε ότι θέλετε να αλλάξετε κάτι για το τμήμα σας, επιλέξτε απλά το τμήμα, οπότε θα βρεθείτε στο μενού ρύθμισης τμημάτων. Επειδή εμφανίζεται η ίδια οθόνη με εκείνη της δημιουργίας ενός νέου τμήματος, μπορείτε να αλλάξετε το ίδιο σύνολο επιλογών. Ένα πράγμα, που με μια πρώτη ματιά ενδέχεται να μην είναι πολύ προφανές, είναι ότι μπορείτε να αλλάξετε το μέγεθος του τμήματος με την επιλογή του στοιχείου που εμφανίζει το μέγεθος του τμήματος. Συστήματα αρχείων στα οποία γνωρίζουμε ότι μπορούν να γίνουν οι παραπάνω αλλαγές είναι τουλάχιστον τα fat16, fat32, ext2, ext3 και το swap. Αυτό το μενού σας επιτρέπει επίσης να διαγράψετε ένα τμήμα.
Βεβαιωθείτε ότι έχετε δημιουργήσει τουλάχιστον δυο τμήματα: ένα για το βασικό (root) σύστημα αρχείων (το οποίο πρέπει να προσαρτηθεί ως /
) και ένα για το σύστημα αρχείωνswap. Εάν ξεχάσετε να προσαρτήσετε το βασικό (root) σύστημα αρχείων, το προγραμμα κατάτμησης δε θα σας αφήσει να συνεχίσετε μέχρι να το προσαρτήσετε.
Οι δυνατότητες του προγραμμα κατάτμησης μπορούν να επεκταθούν με αρθρώματα του εγκαταστάτη, άλλα εξαρτώνται από την αρχιτεκτονική του συστήματός σας. Οπότε εάν δεν μπορείτε να δείτε όλες τις δυνατότητές του , ελέγξτε εάν έχετε φορτώσει όλα τα απαραίτητα αρθρώματα. ( π.χ. partman-ext3
, partman-xfs
, ή partman-lvm
)
Εάν είστε ικανοποιημένοι με την διαδικασία κατάτμησης, επιλέξτε από το μενού κατάτμησης
. Θα σας παρουσιαστεί μια περίληψη των αλλαγών που έχουν γίνει στους δίσκους και θα σας ζητηθεί να επιβεβαιώσετε ότι τα συστήματα αρχείων δημιουργήθηκαν όπως ακριβώς το ζητήσατε.Εάν δουλεύετε με υπολογιστές σε επίπεδο διαχειριστή συστήματος ή “προχωρημένου” χρήστη, έχετε αντιμετωπίσει σίγουρα την κατάσταση όπου κάποιο τμήμα δίσκων (συνήθως το σημαντικότερο) εμφανίζεται να μην έχει χώρο, ενώ κάποιο άλλο τμήμα χρησιμοποιούνταν ελάχιστα. και έπρεπε να τακτοποιήσετε αυτή την κατάσταση με την μετακίνηση διαφόρων, δημιουργία ψευδοσυνδέσμων, κλπ
Για να αποφύγετε την κατάσταση που περιγράφτηκε μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τον Διαχειριστή Λογικών Τόμων (LVM). Μιλώντας άπλα, με τον LVM μπορείτε να συνδυάσετε τα τμήματά σας (φυσικοί τόμοι στη διάλεκτο LVM) για να σχηματίσετε έναν εικονικό δίσκο (επονομαζόμενος ομάδα τόμου), ο οποίος κατόπιν μπορεί να διαιρεθεί σε εικονικά τμήματα (λογικούς τόμους). Το σημαντικό εδώ έγκειται στο ότι οι λογικοί τόμοι (και φυσικά και οι ομάδες τομών) μπορούν να εκτείνονται σε διάφορους φυσικούς δίσκους.
Όταν θα διαπιστώσετε ότι χρειάζεστε περισσότερο χώρο για το παλιό σας /home
τμήμα των 160GB, μπορείτε απλώς να προσθέσετε στον υπολογιστή σας ένα νέο δίσκο 300GB, να τον συνδέσετε με μια υπάρχουσα ομάδα τόμου και έπειτα να αλλάξετε το μέγεθος του λογικού τόμου που κατέχει το σύστημα αρχείων /home
και ιδού — οι χρήστες σας έχουν πάλι χώρο στο ανανεωμένο τμήμα τους 460GB. Αυτό το παράδειγμα φυσικά είναι λίγο απλοποιημένο. Εάν δεν το διαβάσατε ακόμη, θα πρέπει να συμβουλευτείτε την ιστοσελίδα LVM HOWTO.
Η ρύθμιση το LVM με τον debian-installer
είναι αρκετά απλή. Πρώτα-πρώτα, πρέπει να επιλέξετε τα τμήματα σας που θα χρησιμοποιηθούν ως φυσικοί τόμοι για το LVM. (Αυτό γίνεται με το προγραμμα κατάτμησης στο μενού όπου πρέπει να επιλέξετε -> .) Έπειτα ξεκινήστε το άρθρωμα lvmcfg ( είτε απευθείας από το προγραμμα κατάτμησης είτε από το κυρίως μενού του debian-installer
) και μέσω του μενού συνδυάστε φυσικούς τόμους με ομάδα ή ομάδες τομών. Μετά απ’αυτό, μέσω του μενού , θα πρέπει να δημιουργήσετε λογικούς τόμους στην αρχή των ομάδων τομών.
Όσον αφορά το υλικό των Apple Power Macintosh, δεν υπάρχει κανένα ευρέως αποδεκτό πρότυπο για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των τμημάτων που περιέχουν δεδομένα LVM. Σ’αυτό το συγκεκριμένο υλικό, δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει η παραπάνω διαδικασία δημιουργίας φυσικών τόμων. Έχει γίνει καλή δουλιά για την αντιμετώπιση αυτού του περιορισμού, με την προυπόθεση φυσικά ότι είστε εξοικειωμένοι με τα βασικά εργαλεία του LVM.
Για να ξεκινήσετε εγκατάσταση σε υλικό τύπου Power Macintosh χρησιμοποιώντας λογικούς τόμους, δημιουργήστε με τον συνήθη τρόπο όλα τα τμήματα του δίσκου που προορίζονται για τους λογικούς σας τόμους. Στο μενού ÔìÞìá 6.3.6.2, “Χρήση του Κελύφους και Παρακολούθηση των Καταγραφών Εγκατάστασης”) και να τους δημιουργήσετε χειροκίνητα.
επιλέξτε -> γι’αυτά τα τμήματα (δεν θα σας δοθεί από τον εγκαταστάτη η επιλογή για χρήση του τμήματος ως φυσικό τόμο). Όταν θα έχετε τελειώσει με την δημιουργία όλων των τμημάτων σας, θα πρέπει να αρχίσετε, με τον γνωστό τρόπο, τον διαχειριστή λογικών τόμων. Όμως, αφού δεν έχουν δημιουργηθεί φυσικοί τόμοι, πρέπει τώρα να μπείτε στο κέλυφος εντολών που βρίσκεται στο δεύτερο εικονικό τερματικό (δείτεΧρησιμοποιήστε την εντολή pvcreate στην προτροπή εντολών του κελύφους για να δημιουργήσετε ένα φυσικό τόμο σε κάθε τμήμα που επιλέξατε. Κατόπιν χρησιμοποιήστε την εντολή vgcreate για να δημιουργήσετε οποιαδήποτε ομάδα τομών επιθυμείτε. Μπορείτε να αγνοήσετε με ασφάλεια οποιαδήποτε σφάλματα λόγω λανθασμένων checksum και αποτυχίες της fsync κατά την διάρκεια της διαδικασίας. Όταν θα ολοκληρώσετε την δημιουργία όλων των ομάδων τομών, πρέπει να επιστρέψετε στο πρώτο εικονικό τερματικό και να πάτε αμέσως στις επιλογές μενού lvmcfg για την διαχείριση λογικών τομών. Θα δείτε τις ομάδες τομών και μπορείτε να δημιουργήσετε με τον γνωστό τρόπο τους λογικούς τόμους που χρειάζεστε.
Μετά την επιστροφή από το lvmcfg στο προγραμμα κατάτμησης, θα δείτε όλους του λογικούς τόμους, που δημιουργήθηκαν, με τον ίδιο τρόπο που βλέπετε και τα κανονικά τμήματα (και μπορείτε να τους διαχειριστείτε με τον ίδιο τρόπο).
Εάν έχετε στον υπολογιστή σας περισσότερους του ενός σκληρούς δίσκους[3], μπορείτε να χρησιμοποιήσετε την mdcfg έτσι ώστε να ρυθμίσετε τις μονάδες σας για αυξημένη απόδοση ή/και για καλύτερη αξιοπιστία των δεδομένων σας. Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ονομάζεται Μονάδα Πολλαπλών Δίσκων (ή λογισμικό RAID μετά την διασημότερη παραλλαγή της).
Βασικά η MD είναι μια δεσμίδα τμημάτων που βρίσκονται σε διαφορετικούς δίσκους και συνδυάζονται όλα μαζί έτσι ώστε να σχηματίσουν μια λογική συσκευή. Κατόπιν αυτή η συσκευή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν ένα κανονικό τμήμα (π.χ. με το προγραμμα κατάτμησης μπορείτε να την διαμορφώσετε, να ορίσετε σημείο προσάρτησης κλπ.).
Το όφελος που αποκομίζετε εξαρτάται από τον τύπο της συσκευής MD που δημιουργείτε. Προς το παρόν οι υποστηριζόμενες είναι οι παρακάτω:
Κυρίως στοχεύει στην απόδοση. Το RAID0 διασπά τα εισερχόμενα δεδομένα σε τμήματα και τα διανέμει εξίσου σε κάθε δίσκο της συστοιχίας. Αυτό μπορεί να αυξήσει την ταχύτητα των λειτουργιών ανάγνωσης/εγγραφής, αλλά όταν κάποιος δίσκος χαλάσει, θα χάσετε τα πάντα (μέρος της πληροφορίας βρίσκεται ακόμη στον ή στους υγιείς δίσκους, το υπόλοιπο μέρος βρισκόταν στον χαλασμένο δίσκο).
·Η τυπική χρήση της RAID0 είναι ως τμήμα για επεξεργασία βίντεο.
Είναι κατάλληλη για ρυθμίσεις όπου το πιο σημαντικό είναι η αξιοπιστία. Αποτελείται από κάποια (συνήθως δύο) ίσου μεγέθους τμήματα όπου το κάθε τμήμα περιέχει ακριβώς τα ίδια δεδομένα. Αυτό σημαίνει ουσιαστικά τρία πράγματα.Πρώτον, εάν ένας από τους δίσκους χαλάσει, ακόμη έχετε τα δεδομένα σας ως είδωλα στους υπόλοιπους δίσκους. Δεύτερον, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε μονό ένα μέρος της διαθέσιμης χωρητικότητας (πιο συγκεκριμένα, είναι το μέγεθος του μικρότερου τμήματος στη συστοιχία RAID). Τρίτον, τα προς ανάγνωση αρχεία φορτώνονται ισόρροπα από τους δίσκους, γεγονός που μπορεί να αυξήσει την απόδοση ενός εξυπηρετητή, όπως ενός εξυπηρετητή αρχείων, ο οποίος τείνει να φορτώνεται με περισσότερες λειτουργίες ανάγνωσης από τους δίσκους πάρα από λειτουργίες εγγραφές.
Προαιρετικά μπορείτε να έχετε έναν εφεδρικό δίσκο στη συστοιχία ο οποίος θα πάρει τη θέση του χαλασμένου δίσκου σε περίπτωση κάποιου σφάλματος.
Είναι ένας καλός συμβιβασμός μεταξύ της ταχύτητας, της αξιοπιστίας και του πλεονασμού δεδομένων. Το RAID5 διαχωρίζει τα εισερχόμενα δεδομένα σε τμήματα και τα μοιράζει εξίσου σε όλους τους δίσκους έκτος από έναν. ( όπως στη RAID0). Αντίθετα από την RAID0, η RAID5 υπολογίζει και την πληροφορία για την ισοτιμία, η οποία είναι γραμμένη στον υπόλοιπο δίσκο.Η ισοτιμία του δίσκου δεν είναι στατική (ο οποίος θα ονομαζόταν RAID4), άλλα αλλάζει περιοδικά, έτσι ώστε η πληροφορία για την ισοτιμία να κατανέμεται εξίσου σ’όλους τους δίσκους. Όταν ένας από τους δίσκους χαλάσει, το χαμένο μέρος των πληροφοριών μπορεί να υπολογιστεί από τα υπόλοιπα δεδομένα και την ισοτιμία τους. Η RAID5 πρέπει να αποτελείται από τρία τουλάχιστον ενεργά τμήματα. Προαιρετικά μπορείτε να έχετε έναν εφεδρικό δίσκο στη συστοιχία ο οποίος θα πάρει τη θέση του χαλασμένου δίσκου σε περίπτωση κάποιου σφάλματος.
Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε, η RAID5 έχει ίδιο βαθμό αξιοπιστίας όπως και η RAID1 ενώ επιτυγχάνει λιγότερο πλεονασμό. Από την άλλη μπορεί να είναι λίγο πιο αργός στην λειτουργιά ανάγνωσης απ’ότι η RAID0 λόγω του υπολογισμού της πληροφορίας ισοτιμίας.
Ανακεφαλαιώνοντας:
Τύπος | Ελάχιστες Συσκευές | Εφεδρική Συσκευή | Η βλάβη δίσκου ξεπεράστηκε; | Διαθέσιμος Χώρος |
---|---|---|---|---|
RAID0 | 2 | no | no | Το μέγεθος του μικρότερου τμήματος πολλαπλασιασμένου επί το πλήθος των συσκευών στη συστοιχία RAID |
RAID1 | 2 | προαιρετικό | ναι | Μέγεθος του μικρότερου τμήματος στη συστοιχία RAID |
RAID5 | 3 | προαιρετικό | ναι | Το μέγεθος του μικρότερου τμήματος πολλαπλασιασμένου επί (το πλήθος των συσκευών στη συστοιχία RAID μείον μια) |
Εάν θέλετε πραγματικά να γνωρίσετε όλα τα σχετικά με το Λογισμικό RAID, ρίξτε μια ματιά στην ιστοσελίδα Software RAID HOWTO.
Όσον αφορά το υλικό των Apple Power Macintosh, δεν υπάρχει κανένα ευρέως αποδεκτό πρότυπο για την ταυτοποίηση κατατμήσεων που περιέχουν δεδομένα RAID. Αυτό σημαίνει ότι προς το παρόν ο debian-installer
δεν υποστηρίζει την ρύθμιση και διαμόρφωση RAID σ' αυτήν την πλατφόρμα.
Για να δημιουργήσετε μια συσκευή MD, απαιτούνται τα τμηματα από τα οποία επιθυμείτε να αποτελείται, σημειωμένα για χρήση σε συστοιχία RAID. (Αυτό επιτυγχάνεται με το προγραμμα κατάτμησης στο μενού από όπου πρέπει να επιλέξετε -> .)
Η υποστήριξη των μονάδων MD είναι μια σχετικά νέα προσθήκη στον εγκαταστάτη. Εάν προσπαθήσετε να χρησιμοποιήστε το MD ως βασικό (root) κατάλογο (/
), μπορεί να αντιμετωπίσετε προβλήματα σε κάποια επίπεδα RAID και σε συνδυασμό με κάποιους φορτωτές εκκίνησης .Για έμπειρους χρήστες, αυτά τα προβλήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσα από το κέλυφος με χειροκίνητη εκτέλεση κάποιων βημάτων ρύθμισης ή εγκατάστασης
Στη συνεχεία, μέσα από το κύριο μενού του προγράμματος κατάτμησης θα πρέπει να επιλέξετε . Στην πρώτη οθόνη της mdcfg απλώς επιλέξτε . Θα σας παρουσιαστεί μία λίστα των υποστηριζομένων τύπων μονάδων MD, μεταξύ των οποίων πρέπει να διαλέξετε κάποιον (π.χ. RAID1). Αυτό που θα ακολουθήσει εξαρτάται από τον τύπο μονάδας MD που επιλέξατε.
Η RAID0 είναι απλή — θα σας παρουσιαστεί μία λίστα των διαθέσιμων RAID τμημάτων και το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να επιλέξετε τα τμήματα που θα αποτελέσουν την μονάδα MD.
Η RAID1 κρύβει πιο πολλές δυσκολίες. Πρώτον, θα σας ζητηθεί να εισάγετε το πλήθος των ενεργών και το πλήθος των εφεδρικών συσκευών που θα αποτελέσουν την MD. Στη συνέχεια, πρέπει να επιλέξετε μέσα από μία λίστα διαθέσιμων τμήμα RAID εκείνα που θα είναι ενεργά και έπειτα εκείνα που θα είναι εφεδρικά. Η αρίθμηση των επιλεγμένων τμημάτων πρέπει να είναι ίση με τον αριθμό που δόθηκε πριν από λίγα δευτερόλεπτα. Μην ανησυχείτε. Εάν κάνετε το λάθος και επιλέξετε διαφορετικό αριθμό τμημάτων, ο debian-installer
δε θα σας αφήσει να συνεχίσετε μέχρι να διορθώσετε το λάθος.
Η RAID5 έχει παρόμοια διαδικασία ρυθμίσεων όπως και η RAID1 με την εξαίρεση ότι πρέπει να χρησιμοποιήσετε τουλάχιστον τρία ενεργά τμήματα.
Είναι απόλυτα εφικτό να έχετε ταυτόχρονα διαφορετικούς τύπους MD. Παραδείγματος χάριν εάν αφιερώνετε τρεις σκληρούς δίσκους 200 GΒ για δημιουργία MD, περιέχοντας η κάθε μια δυο τμήματα των 100 GB, μπορείτε να συνδυάσετε τα πρώτα τμήματα και των τριών δίσκων σε ένα RAID0 (γρήγορο τμήμα για επεξεργασία βίντεο μεγέθους 300 GB) και να χρησιμοποιήσετε τα άλλα τρία τμήματα (2 ενεργά και ένα εφεδρικό)για δημιουργία RAID1 (αρκετά αξιόπιστο τμήμα μεγέθους 100 GB για /home
).
Μετά την οργάνωση των μονάδων MD σύμφωνα με τις προτιμήσεις σας, μπορείτε να επιλέξετε mdcfg επιστρέφοντας πίσω στο προγραμμα κατάτμησης για να δημιουργήσετε συστήματα αρχείων στις νέες σας μονάδες MD και να ορίσετε γι’αυτές τα συνήθη χαρακτηριστικά όπως τα σημεία προσάρτησης.
τηςΑν και αυτό το στάδιο είναι αυτό που παρουσιάζει τα λιγότερα προβλήματα, καταναλώνει τον μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της εγκατάστασης επειδή μεταφορτώνει, επαληθεύει και αποσυμπιέζει ολόκληρο το βασικό σύστημα. Εάν έχετε αργό υπολογιστή ή δικτυακή σύνδεση, αυτό το στάδιο μπορεί να διαρκέσει αρκετά.
Στη διάρκεια της Βασικής εγκατάστασης, η αποσυμπίεση και η ρύθμιση των πακέτων κατευθύνονται στο τερματικό tty3
. Έχετε πρόσβαση σ' αυτό πατώντας Αριστερό Alt-F3. Επιστρέψτε στο κυρίως μενού εγκατάστασης με τον συνδυασμό Αριστερό Alt-F1.
Όταν η εγκατάσταση εκτελείται σε συριακή κονσόλα, τα μηνύματα αποσυμπίεσης/ρύθμισης που δημιουργούνται από την βασική εγκατάσταση σώζονται στο /var/log/messages
.
Θα εγκατασταθεί ένα πυρήνας Linux, ως τμήμα της εγκατάστασης. Με την προκαθορισμένη προτεραιότητα, ο εγκαταστάτης θα διαλέξει ένα πυρήνα που ταιριάζει πιο πολύ στο υλικό σας. Στις καταστάσεις χαμηλότερης προτεραιότητας, θα είστε σε θέση να επιλέξετε από μια λίστα διαθεσίμων πυρήνων.
Εάν εγκαθιστάτε σε ένα σταθμό εργασίας που δεν έχει σκληρό δίσκο, προφανώς, η εκκίνηση από τον τοπικό δίσκο είναι επιλογή χωρίς νόημα, όποτε αυτό το βήμα θα παραληφθεί.
Σημειώστε ότι η εκκίνηση πολλαπλών λειτουργικών συστημάτων από ένα μόνο υπολογιστή είναι ακόμα κάτι σαν μαύρη μαγεία. Το παρόν έγγραφο δεν προσπαθεί καθόλου να τεκμηριώσει τους διάφορους φορτωτές εκκίνησης, οι οποίοι ποικίλλουν από αρχιτεκτονική σε αρχιτεκτονική, ακόμα κι από υποαρχιτεκτονική σε υποαρχιτεκτονική. Για περισσότερες πληροφορίες δείτε τις οδηγίες χρήσης του φορτωτή σας εκκίνησης.
Πριν να εγκατασταθεί ένας φορτωτής εκκίνησης, ο εγκαταστάτης θα προσπαθήσει να ελέγξει εάν υπάρχουν εγκατεστημένα κι άλλα λειτουργικά συστήματα στον υπολογιστή. Εάν βρει υποστηριζόμενα λειτουργικά συστήματα, θα πληροφορηθείτε γι'αυτά στη διάρκεια του σταδίου εγκατάστασης του φορτωτή εκκίνησης, και ο υπολογιστής θα ρυθμιστεί έτσι ώστε να εκκινεί, εκτός από το Debian, και άλλα λειτουργικά συστήματα.
Σημειώστε ότι η εκκίνηση πολλαπλών λειτουργικών συστημάτων από ένα μόνο υπολογιστή είναι ακόμα κάτι σαν μαύρη μαγεία Η αυτόματη υποστήριξη ανίχνευσης και ρύθμισης φορτωτών εκκίνησης οι οποίοι θα εκκινούν άλλα λειτουργικά συστήματα ποικίλει από από αρχιτεκτονική σε αρχιτεκτονική, ακόμα κι από υποαρχιτεκτονική σε υποαρχιτεκτονική. Εάν δεν λειτουργήσει σωστά αυτό το στάδιο θα πρέπει να συμβουλευτείτε τις οδηγίες χρήσης του φορτωτή σας εκκίνησης.
Ο εγκαταστάτης μπορεί να μην μπορέσει να ανιχνεύσει άλλα λειτουργικά συστήματα εάν στην διάρκεια της διαδικασίας ανίχνευσης, εάν τα τμήματα στα οποία βρίσκονται αυτά τα λειτουργικά συστήματα είναι προσαρτημένα. Αυτό μπορεί να συμβεί αν επιλέξετε στο προγραμμα κατάτμησης κάποιο σημείο προσάρτησης (π.χ. /win) για τμήμα που περιεχέι ένα μη-linux λειτουργικό σύστημα, ή αν προσαρτήσατε τμήματα χειροκίνητα μέσω μιας κονσόλας.
Οι νεότεροι PowerMac (από το 1998 και μετά) χρησιμοποιούν ως φορτωτή εκκίνησης τον yaboot. Ο εγκαταστάτης θα ρυθμίσει αυτόματα τον yaboot, οπότε το μονό που χρειάζεστε είναι ένα μικρό τμήμα δίσκου μεγέθους 820 Kb που φέρει το όνομα “bootstrap” τύπου Apple_Bootstrap, το οποίο δημιουργείται στο συστατικό δημιουργίας κατατμήσεων του εγκαταστάτη. Εάν αυτό το βήμα ολοκληρωθεί με επιτυχία τότε ο δίσκος σας θα είναι εκκινήσιμος και το OpenFirmware θα είναι ρυθμισμένο να ξεκινά το Debian GNU/Linux.
Ο φορτωτής εκκίνησης για τα παλιά συστήματα Power Macintosh είναι ο quik. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε συστήματα CHRP. Ο εγκαταστάτης θα προσπαθήσει αυτόματα να ρυθμίσει τον quik. Αυτί η ρύθμιση έχει επιτυχία σε 7200, 7300, και 7600 Powermac, όπως επίσης και σε μερικούς τύπους Power Computing.
Αυτή η επιλογή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ολοκλήρωση της εγκατάστασης ακόμα κι όταν δεν πρόκειται να εγκατασταθεί κανένας φορτωτής εκκίνησης, είτε επειδή δεν προβλέπεται από την αρχιτεκτονική ή την υποαρχιτεκτονική του συστήματος, είτε επειδή δεν θέλετε κανέναν ( π.χ. πρόκειται να χρησιμοποιήσετε κάποιον φορτωτή εκκίνησης που ήδη υπάρχει).
Εάν σκοπεύετε να ρυθμίστε χειροκίνητα τον φορτωτή σας εκκίνησης, πρέπει να ελέγξετε το όνομα του εγκατεστημένου πυρήνα στο κατάλογο /target/boot
. Πρέπει επίσης να ελέγξετε εάν υπάρχει σε αυτόν τον κατάλογο ένα αρχείο initrd. Εάν υπάρχει, μάλλον θα πρέπει να δώσετε οδηγίες στον φορτωτή σας εκκίνησης να το χρησιμοποιήσει. Μια άλλη πληροφορία που θα χρειαστείτε είναι ο δίσκος και το τμήμα που επιλέξατε για το σύστημα αρχείων /
και, εάν επιλέξετε να εγκαταστήσετε το /boot
σε ξεχωριστό τμήμα, πρέπει επίσης να γνωρίζετε το σύστημα αρχείων του /boot
.
Αυτες είναι οι τελευταίες παρεμβάσεις που πρέπει να κάνετε πριν να εκκινήσετε το νέο σας σύστημα Debian. Είναι κυρίως μία τακτοποίηση μετά την λειτουργία του debian-installer
.
Αυτό είναι το τελευταίο βήμα της αρχικής διαδικασίας εγκατάστασης του Debian. Θα σας ζητηθεί να απομακρύνετε το υλικό εγκατάστασης (CD, δισκέτα, κλπ) που χρησιμοποιήσατε για την έναρξή της. Ο εγκαταστάτης θα ολοκληρώσει τις ελάχιστες εργασίες που έχουν απομείνει, και έπειτα θα επανεκκινήσει για να εισέλθετε στο νέο σας Debian σύστημα.
Τα συστατικά που εμφανίζονται σε αυτό το τμήμα συνήθως δεν περιλαμβάνονται στη διαδικασία της εγκατάστασης, άλλα βρίσκονται σε αναμονή στο παρασκήνιο για να βοηθήσουν τον χρήστη σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά.
Εάν η εγκατάσταση είναι επιτυχής, τα αρχεία καταγραφής που δημιουργήθηκαν στην διάρκεια της εγκατάστασης θα αποθηκευθούν αυτόματα στο κατάλογο /var/log/debian-installer/
του νέου σας συστήματος Debian.
Η επιλογή
από το κυρίως μενού σας επιτρέπει να αποθηκεύσετε τα αρχεία καταγραφής σε μια δισκέτα. Αυτό το βήμα μπορεί να σας φανεί χρήσιμο στην περίπτωση που βρεθείτε αντιμέτωποι με πάρα πολύ σοβαρά προβλήματα στην διάρκεια της εγκατάστασης και θέλετε να μελετήσετε τα αρχεία καταγραφής μεσώ ενός άλλου συστήματος ή να τα επισυνάψετε σε μια αναφορά εγκατάστασης.Υπάρχει μια επιλογή στο μενού, η Αριστερό Alt-F2 (σε πληκτρολόγια Mac, Option-F2) για να μεταβείτε στη δεύτερη εικονική κονσόλα. Αυτό συνίσταται στο ταυτόχρονο πάτημα του πλήκτρου Alt, που βρίσκεται στην αριστερά του πλήκτρου διαστήματος, και του πλήκτρου ειδικών λειτουργιών F2. Είναι ένα άλλο παράθυρο που εκτελεί ένα τύπο κελύφους Bourne ονομαζόμενο ash.
. Εάν αυτή η επιλογή δεν είναι διαθέσιμη όταν θα έχετε ανάγκη να χρησιμοποιήσετε ένα κέλυφος, πατήστεΣε αυτό το σημείο ξεκινάτε από το δίσκο RAM, και υπάρχει διαθέσιμο προς χρήση ένα περιορισμένο σύνολο εργαλείων Unix. Μπορείτε να δείτε ποια προγράμματα είναι στη διάθεση σας με την εντολή ls /bin /sbin /usr/bin /usr/sbin και με την εκτέλεση της εντολής help. Ο επεξεργαστής κειμένου είναι ο nano. Το κέλυφος έχει μερικά εντυπωσιακά χαρακτηριστικά όπως την αυτόματη συμπλήρωση και το ιστορικό.
Χρησιμοποιήστε τα μενού για να φέρετε σε πέρας οποιαδήποτε εργασία μπορεί να εκτελεστεί από αυτά — το κέλυφος και οι εντολές του υπάρχουν μόνο για την περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά. Συγκεκριμένα, πάντα πρέπει να χρησιμοποιείτε τα μενού, όχι το κέλυφος, για την ενεργοποίηση του τμήματος swap, επειδή το λογισμικό των μενού δεν είναι σε θέση να ανιχνεύσει τις εργασίες που έχετε εκτελέσει μεσώ του κελύφους. Για να επιστρέψετε στο μενού πατήστε τoΑριστερό Alt-F1, η, εάν χρησιμοποιήσατε κάποια επιλογή μενού για να ανοίξετε το κέλυφος, πληκτρολογήστε exit.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα συστατικά είναι το network-console (κονσόλα δικτύου). Σας επιτρέπει να κάνετε μεγάλο μέρος της εγκατάστασης μέσω δικτύου με την βοήθεια του SSH. Η χρήση του δικτύου συνεπάγεται ότι θα πρέπει να πραγματοποιήσετε τα πρώτα βήματα της εγκατάστασης από την κονσόλα, τουλάχιστον μέχρι το σημείο της ρύθμισης του δικτύου (αν και μπορείτε να αυτοματοποιήσετε αυτό το κομμάτι ακολουθώντας το ÔìÞìá 4.7, “Αυτόματη Εγκατάσταση”).
Το συστατικό αυτό δεν φορτώνεται από μόνο του στο μενού της κύριας εγκατάστασης κι επομένως θα πρέπει το ζητήσετε εκπεφρασμένα. Αν κάνετε την εγκατάσταση από CD, πρέπει να εκκινήσετε σε κατάσταση "μεσαίας" προτεραιότητας ή διαφορετικά να καλέσετε το μενού κύριας εγκατάστασης και να επιλέξετε
και από την λίστα των επιπλέον συστατικών να διαλέξετε . Η πετυχημένη φόρτωση του συστατικού αυτού υποδεικνύεται την εμφάνιση ενός καινούριου στοιχείου στο μενού με τίτλο .Μετά την επιλογή αυτού του στοιχείου, θα σας ζητηθεί να δώσετε έναν καινούριο κωδικό πρόσβασης που θα χρησιμοποιηθεί για την σύνδεσή σας στο σύστημα εγκατάστασης καθώς και η επιβεβαίωσή του. θα δείτε τώρα μια οθόνη που σας καθοδηγεί για την είσοδό σας από μακριά σαν χρήστης installer και με τον κωδικό που μόλις δώσατε. Μια άλλη σημαντική λεπτομέρεια που πρέπει να προσέξετε στην οθόνη αυτή είναι το "αποτύπωμα" (fingerprint) αυτού του συστήματος. Χρειάζεται να περάσετε με ασφαλή τρόπο αυτό το "αποτύπωμα" στο “πρόσωπο που θα συνεχίσει την εγκατάσταση από μακριά”.
Σε περίπτωση που αποφασίσετε να συνεχίσετε την εγκατάσταση τοπικά, μπορείτε πάντα να πατήσετε το Enter,που θα σας επαναφέρει στο κυρίως μενού, όπου μπορείτε να διαλέξετε ένα άλλο συστατικό του εγκαταστάτη.
Ας περάσουμε τώρα από την άλλη πλευρά του καλωδίου! Σαν προαπαιτούμενο, θα πρέπει να ρυθμίσετε το τερματικό σας για χρήση της κωδικοποίησης UTF-8, γιατί αυτή είναι που χρησιμοποιείται από το σύστημα εγκατάστασης. Αν δεν το κάνετε, η εγκατάσταση από μακριά είναι ακόμα εφικτή, αλλά μπορεί να αντιμεπωπίσετε διάφορα περίεργα "φαινόμενα" στην οθόνη σας όπως κατεστραμμένα πλαίσια διαλόγων ή μη αναγνώσιμους χαρακτήρες non-ascii. Η απόκτηση μιας σύνδεσης με το σύστημα εγκατάστασης είναι τόσο απλή όσο η πληκτρολόγηση των:
$
ssh -l installer
install_host
όπου install_host
είναι είτε το όνομα είτε η διεύθυνση IP του υπολογιστή στον οποίον γίνεται η εγκατάσταση. Πριν από την πραγματική είσοδο, το "αποτύπωμα" του απομακρυσμένου συστήματος ια εμφανιστεί στην οθόνη σας και θα πρέπει να επιβεβαιώσετε ότι είναι σωστό.
Αν κάνετε εγκατάσταση σε αρκετούς υπολογιστές διαδοχικά που συμβαίνει να έχουν την ίδια διεύθυνση IP ή όνομα, το ssh θα αρνηθεί να συνδεθεί μ' αυτούς. Ο λόγος είναι ότι θα έχουν κάποιο διαφορετικό "αποτύπωμα", που συνήθως είναι ένδειξη μιας επίθεσης "παραποίησης" (spoofing). Aν είστε βέβαιοι ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να σβήσετε την σχετική γραμμή από το αρχείο ~/.ssh/known_hosts
και να ξαναπροσπαθήσετε.
Μετά την είσοδο στο απομακρυσμένο σύστημα, θα βρεθείτε μπροστά σε μια αρχική οθόνη όπου έχετε δυο δυνατότητες με το όνομα
και αντίστοιχα. Η πρώτη σας φέρνει στο κυρίως μενού του εγκαταστάτη, απ' όπου μπορείτε να συνεχίσετε την εγκατάσταση ως συνήθως. Η δεύτερη ξεκινά ένα κέλυφος από το οποίο μπορείτε να εξετάσετε και πιθανόν να διορθώσετε το απομακρυσμένο σύστημα. Θα πρέπει να ξεκινήσετε μόνο μια συνεδρία SSH από το μενού εγκατάστασης, αλλά μπορείτε να ξεκινήσετε πολλαπλά κελύφη.Αφού ξεκινήσετε την εγκατάσταση από μακριά μέσω SSH, δεν θα πρέπει να επιστρέψετε στην διαδικασία εγκατάστασης που εκτελείται στην τοπική σας κονσόλα. Αν το κάνετε, υπάρχει ο κίνδυνος να αλλοιωθεί η βάση δεδομένων που κρατά τις διάφορες ρυθμίσεις του καινούριου συστήματος. Αυτό με την σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε μια αποτυχημένη εγκατάσταση ή σε προβλήματα για το εγκατεστημένο σύστημα.
Αν επίσης εκτελείτε την σύνοδο SSH από ένα τερματικό X, δεν θα πρέπει να αλλάξετε το μέγεθος του παραθύρου γιατί αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα τον τερματισμό της σύνδεσης.
Είναι δυνατόν να ρυθμίσετε το βασικό σύστημα στη διάρκεια του πρώτου σταδίου της εγκατάστασης ( πριν την επανεκκίνηση από τον σκληρό δίσκο), εκτελώντας την εντολή base-config σε περιβάλλον chroot. Αυτό είναι χρήσιμο κυρίως για έλεγχο του εγκαταστάτη και κανονικά θα πρέπει να αποφεύγεται.
[3] Για να είμαστε ειλικρινείς, μπορείτε να δημιουργήσετε μια συσκευή MD ακόμα κι από τμήματα που βρίσκονται σε μια μονό φυσική μονάδα, άλλα αυτό δεν πρόκειται να φέρει κανένα χρήσιμο αποτέλεσμα.